Στις μέρες μας, παρατηρείται μια χωρίς προηγούμενο αύξηση του αριθμού των ατόμων της τρίτης ηλικίας. Στις αναπτυγμένες χώρες, η αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης έφερε στο προσκήνιο την άνοια (α στερητικό + νους, απώλεια του νου) με πιο συχνή μορφή τη νόσο Αλτσχάιμερ (50% του συνόλου) ως ένα μείζον ιατρικό, κοινωνικό και οικονομοτεχνικό πρόβλημα. Στην Ευρώπη, οι ανοϊκοί ασθενείς είναι σήμερα 10 εκατομμύρια και στην Ελλάδα 200.000. Παγκοσμίως οι ανοϊκοί ασθενείς είναι 44.000.000 και αναμένεται να φτάσουν τα 65,7 εκ. μέχρι το 2030 και τα 115,4 εκατομμύρια μέχρι το 2050. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση η νόσος Αλτσχάιμερ απορροφά αυτή τη στιγμή το 25% του συνόλου των δαπανών για την υγεία. Οι έρευνες, οι επενδύσεις και η συνεργασία στον συγκεκριμένο τομέα σήμερα είναι ζωτικής σημασίας, τόσο για την επιστημονική έρευνα και τον έλεγχο του κοινωνικού κόστους της άνοιας, όσο και για την προσφορά ελπίδας, αξιοπρέπειας και ποιότητας ζωής στα εκατομμύρια των πασχόντων και στις οικογένειές τους.
Μια συχνή παρανόηση είναι ότι η έκπτωση των νοητικών ικανοτήτων αποτελεί τμήμα της φυσιολογικής διαδικασίας της γήρανσης. Είναι σήμερα γνωστό ότι αυτό δεν είναι σωστό. Όσο μεγαλώνουμε, ορισμένοι από εμάς θα νοσήσουν και ορισμένοι δε θα νοσήσουν από άνοια. Ωστόσο, ο κίνδυνος για ανάπτυξη άνοιας αυξάνεται με τη γήρανση και η νόσος είναι εξαιρετικά συχνή στις μεγάλες ηλικίες: 2% του πληθυσμού ηλικίας 65-74 έχει άνοια, ποσοστό που ανεβαίνει στο 19% για τις ηλικίες 75-84 και στο 42% για τους μεγαλύτερους των 85 ετών. Άνοια είναι η κλινική εκδήλωση της απώλειας πνευματικών ικανοτήτων που προϋπήρχαν, ως αποτέλεσμα δυσλειτουργίας του ανθρώπινου εγκεφάλου. Η δυσλειτουργία αυτή μπορεί να οφείλεται σε μια σειρά νευρολογικών νόσων με συχνότερη τη νόσο Αλτσχάιμερ. Άλλες νοσολογικές οντότητες που οδηγούν σε άνοια είναι η αγγειακή άνοια (άνοια λόγω εγκεφαλικών επεισοδίων), η Παρκινσονική άνοια (άνοια ως αποτέλεσμα της νόσου του Πάρκινσον), η άνοια με σωμάτια Lewy, η μετωποκροταφική άνοια κλπ.
Η νόσος Αλτσχάιμερ χαρακτηρίζεται από την εναπόθεση στον εγκέφαλο δύο παθολογικών πρωτεϊνών, του β-αμυλοειδούς και της πρωτεΐνης «τ» που οδηγεί σε δυσλειτουργία και εν συνεχεία θάνατο των νευρικών κυττάρων και εκφράζεται με μια σειρά συμπτωμάτων:
- Διαταραχές μνήμης, ιδιαίτερα της πρόσφατης μνήμης (π.χ. επανάληψη της ίδιας ερώτησης πολλές φορές)
- Διαταραχές της ικανότητας κατανόησης και έκφρασης του λόγου
- Διαταραχές των οπτικοχωρικών δυνατοτήτων (π.χ. απώλεια προσανατολισμού, δυσκολία χρήσης μέσων μεταφοράς, ατυχήματα κατά την οδήγηση)
- Διαταραχές της κρίσης (π.χ. μειωμένη αντίληψη και αποδοχή της απώλειας μνήμης, αδυναμία λήψης αποφάσεων για τον εαυτό τους και τους άλλους)
Η νόσος Αλτσχάιμερ εκτός από τα νοητικά προβλήματα παρουσιάζει και συμπτώματα ψυχιατρικού χαρακτήρα. Τα συμπτώματα αυτά οφείλονται κυρίως σε χημικές αλλαγές στον εγκέφαλο ως αποτέλεσμα της νόσου, είναι εξαιρετικά συχνά και αποτελούν αιτία σοβαρών δυσλειτουργιών για τους φροντιστές των ασθενών με νόσο Αλτσχάιμερ. Τα συμπτώματα αυτά είναι:
- Αλλαγές στη διάθεση (π.χ. κατάθλιψη)
- Επιθετικότητα, ευερεθιστότητα, αρνητισμός, πείσμα κλπ.
- Παραληρήματα (π.χ. καχυποψία έναντι είτε ξένων είτε οικείων προσώπων) και ψευδαισθήσεις (κυρίως οπτικές, όπως π.χ. οικείων προσώπων από το παρελθόν που δεν βρίσκονται εν ζωή).
Η έναρξη της νόσου Αλτσχάιμερ είναι αργή και προοδευτική, με τα συμπτώματα που αναφέρθηκαν να εκδηλώνονται με διαφορετικό τρόπο σε κάθε ασθενή και να επιδεινώνονται με την πρόοδο της νόσου. Συνήθως, αλλά όχι απαραίτητα, οι διαταραχές της μνήμης είναι το πρωϊμότερο σύμπτωμα, ακολουθούμενο από τα υπόλοιπα. Η νόσος Αλτσχάιμερ, σταδιακά οδηγεί στην προοδευτική πλήρη αποδιοργάνωση της προσωπικότητας του ασθενούς. Τα άλλα ανοϊκά σύνδρομα εμφανίζουν παρόμοια προϊούσα εκπτωτική εικόνα. Οι αλλαγές συμπεριφοράς σε ηλικιωμένους να εκτιμώνται από ειδικούς προτού χαρακτηρισθούν ως νόσος Αλτσχάιμερ.
Οι αιτίες της νόσου Αλτσχάιμερ δεν είναι εν πολλοίς γνωστές. Φαίνεται ότι γενετικοί παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο. Ταυτόχρονα, περιβαλλοντικοί παράγοντες συμπεριλαμβανομένων αγγειακών νόσων (π.χ. διαβήτης, υπέρταση, δυσλιπιδαιμία), και τρόπου ζωής (π.χ. εκπαίδευση, επάγγελμα, πνευματικές, κοινωνικές δραστηριότητες, φυσική άσκηση, δίαιτα κλπ), φαίνεται να επηρεάζουν την πιθανότητα ανάπτυξης της νόσου.
Από την έναρξη των συμπτωμάτων μέχρι τα τελικά στάδια της νόσου μεσολαβούν κατά μέσο όρο 6-10 χρόνια. Ωστόσο, η ταχύτητα εξέλιξης της νόσου ποικίλει από ασθενή σε ασθενή (π.χ. μπορεί να είναι ταχύτερη από 6 ή να διαρκέσει και 15 ή 20 έτη). Τα τελευταία χρόνια έχουν σημειωθεί σημαντικές πρόοδοι στην πρόληψη, τη διάγνωση και τη θεραπεία της νόσου Αλτσχάιμερ και των άλλων μορφών άνοιας:
- Έχουν αυξηθεί σημαντικά οι γνώσεις μας για τους παράγοντες κινδύνου και τους προστατευτικούς παράγοντες, γεγονός που επιτρέπει να μιλάμε για πρόληψη
- Η διάγνωση σε πρώιμα στάδια είναι εφικτή με προηγμένες μεθόδους (PIB PET- τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων, ογκομετρική MRI, δείκτες στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό, γενετικός έλεγχος, νευροψυχολογικές δοκιμασίες), ώστε να επιτρέπεται η εφαρμογή πολλαπλών παρεμβάσεων φαρμακευτικών ή μη
- Το 2012-13 έχουν ταυτοποιηθεί 34 προδιαθεσικά γονίδια για τη Νόσο Alzheimer. Συνολικά, ο κίνδυνος νόσησης των πρώτου βαθμού συγγενών των ατόμων με Νόσο Alzheimer είναι 3-4 φορές μεγαλύτερος από τα άτομα χωρίς οικογενειακό ιστορικό.
- Χρησιμοποιούμε φάρμακα που αποτελούν συμπτωματικές θεραπείες, διατηρούν τη λειτουργικότητα και την ποιότητα ζωής ασθενών και φροντιστών (Αναστολείς χολινεστερασών – Μεμαντίνη). Πάνω από 100 φάρμακα δοκιμάζονται κλινικά σε ανθρώπους αυτή τη στιγμή.
- Οι οργανώσεις Alzheimer παίζουν σημαντικό ρόλο στη συνολική διαχείριση της νόσου παγκοσμίως και στη χώρα μας.
Η έγκαιρη διάγνωση της άνοιας έχει σημασία γιατί η νόσος επηρεάζει όχι μόνο τον ασθενή, αλλά και το οικογενειακό του περιβάλλον, συχνά δημιουργεί στους φροντιστές συναισθήματα θυμού, ντροπής, ενοχών και πένθους, φέρνοντάς τους στα ψυχικά και σωματικά όριά τους. Επίσης θέτει μια σειρά από ηθικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένου εκείνου της διατήρησης της αξιοπρέπειας του ασθενούς. Η πρώιμη διάγνωση δίνει τα χρονικά περιθώρια ενημέρωσης, αποδοχής της κατάστασης, διατήρησης της ποιότητας ζωής και προγραμματισμού για το μέλλον όλων αυτών των ατόμων. Με βάση τα ανωτέρω, είναι προφανές, ότι η νόσος Αλτσχάιμερ αποτελεί μια επιδημία με δυσβάσταχτες συνέπειες για τους ασθενείς τις οικογένειές τους, αλλά και την κοινωνία.
Τα τελευταία χρόνια διεξάγεται μεγάλη ερευνητική προσπάθεια με στόχο την ανεύρεση περισσότερο αποτελεσματικών θεραπειών και υπάρχει μεγάλη αισιοδοξία στον επιστημονικό χώρο ότι στο όχι απώτερο μέλλον θα έχουμε φαρμακευτικές παρεμβάσεις πολύ αποτελεσματικότερες. Μέχρι τότε, αυξημένη εγρήγορση και ενημέρωση της κοινωνίας για όλες τις διαστάσεις της νόσου είναι εξαιρετικά σημαντική.
Η μνήμη αποτελεί θεμελιώδες συστατικό της ανθρώπινης βιολογικής και υποκειμενικής πραγματικότητας. Η φύση και οι ιδιότητες της μνήμης απασχόλησαν φιλοσόφους και διανοητές εκατοντάδες χρόνια τώρα. Αποτελεί ένα από τα πιο δημοφιλή θέματα συζήτησης και έρευνας τόσο για τους επιστήμονες, όσο και για τους απλούς ανθρώπους. Τις τελευταίες δεκαετίες, στο πλαίσιο της έκρηξης των νευροεπιστημών και με τη βοήθεια νέων προηγμένων τεχνικών απεικόνισης του εγκεφάλου, δημιουργήθηκε ειδικός κλάδος μελέτης των χαρακτηριστικών και των διαταραχών της μνήμης.
Μέσω της μνήμης, επιτελείται οποιαδήποτε μορφή επικοινωνίας του εαυτού μας με το περιβάλλον.
Η μνήμη είναι ο πυρήνας της προσωπικής μας ιστορίας. Αναφέρεται στο παρελθόν, μας προετοιμάζει για το μέλλον και μας βοηθά να βιώσουμε το παρόν.
Η μνήμη είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με τη μάθηση και τη λήθη. Μάθηση είναι η διαδικασία απόκτησης νέων πληροφοριών από το ανθρώπινο νευρικό σύστημα μέσω της συνδυασμένης λειτουργίας των αισθητηρίων οργάνων. Μνήμη είναι η αποθήκευση και η ανάκληση των πληροφοριών αυτών.
Λήθη είναι η απώλεια των αποθηκευμένων πληροφοριών με το πέρασμα του χρόνου.
Η λειτουργική οργάνωση της μνήμης περιλαμβάνει κατά σειρά διαδικασίες επιλογής και κωδικοποίησης, αποθήκευσης ή απόσβεσης, επανεύρεσης και ανάκλησης της πληροφορίας.
Σε ποιο σημείο όμως του εγκεφάλου επιτελείται η λειτουργία της μνήμης;
Η μνήμη είναι διεργασία στην οποία εμπλέκεται το σύνολο σχεδόν του ανθρώπινου εγκεφάλου. Σχηματικά, τα μνημονικά ίχνη αποκρυσταλλώνονται στον έσω κροταφικό λοβό, αποθηκεύονται στον οπίσθιο βρεγματικό φλοιό, απ’ όπου ανακαλούνται με τη μεσολάβηση του μετωπιαίου φλοιού.
Κυριότεροι τύποι μνήμης
Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τύποι μνήμης. Ένας τύπος αφορά το τι κάναμε το προηγούμενο βράδυ ή το πώς αισθανθήκαμε όταν πέθανε κάποιο συγγενικό μας πρόσωπο. Άλλο είδος μνήμης μας βοηθά να δέσουμε τα κορδόνια των παπουτσιών μας και να οδηγούμε το αυτοκίνητό μας. Οι γνώσεις του σχολείου, οι αριθμοί του τηλεφώνου συγγενών και φίλων, η σημασία των λέξεων, μαθαίνονται με τη βοήθεια διαφορετικών τύπων μνήμης.
Η μνήμη διακρίνεται:
- Από ψυχολογικής πλευράς σε ακούσια (μνήμη δεξιοτήτων)/ εκούσια (μνήμη γεγονότων, ιστορικών και προσωπικών)
- Ανάλογα με το ερέθισμα- είδος της πληροφορίας σε: κιναισθητική/ ακουστική/ οπτική/ λεκτική/ οσφρητική/ απτική
- Ως προς τη διάρκεια σε: αισθητηριακή/ βραχυπρόθεσμη (πρόσφατη)/ μακροπρόθεσμη (παλαιά)
Η αισθητηριακή μνήμη έχει διάρκεια ισχύος κάτω του δευτερολέπτου. Οι δυνατότητές της είναι ανεξάντλητες όσον αφορά τον αριθμό και την ποικιλία των ερεθισμάτων. Η αισθητηριακή μνήμη μας δίνει ανά πάσα στιγμή την αίσθηση του υποκειμενικού παρόντος.
Η βραχυπρόθεσμη μνήμη συγκρατεί πληροφορίες για χρονικό διάστημα από λίγα δευτερόλεπτα μέχρι μερικά λεπτά. Έχει μεγάλη χωρητικότητα. Αποτελεί τον προθάλαμο της μακροπρόθεσμης μνήμης, εκεί όπου οι πληροφορίες υφίστανται περαιτέρω επεξεργασία (κωδικοποίηση), ώστε ή να διαγραφούν (λήθη) ή να αποθηκευθούν σταθερά στην μακροπρόθεσμη μνήμη. Απαραίτητη προϋπόθεση για την καλή λειτουργία της βραχυπρόθεσμης μνήμης είναι η ικανοποιητική συγκέντρωση και προσοχή του ατόμου.
Η μακροπρόθεσμη μνήμη είναι το σύστημα που επιτρέπει τη μόνιμη αποθήκευση των εμπεδωμένων πληροφοριών, ώστε να είναι εφικτή η κατά περίπτωση ανάκλησή τους.
Προβλήματα
Πλήθος ενδογενών και εξωγενών παραγόντων επηρεάζουν την καλή λειτουργία της μνήμης.
Άνθρωποι κάθε ηλικίας, πάσχοντες από κατάθλιψη ή υπερβολικό άγχος, παραπονούνται επίμονα για προβλήματα μνήμης, που είναι παροδικά και βελτιώνονται με την θεραπεία των ψυχικών αυτών καταστάσεων.
Συνήθως, σε νεαρότερες ηλικίες τέτοιου είδους προβλήματα οφείλονται σε αδυναμία συγκέντρωσης και εστίασης της προσοχής ή σε αδιαφορία για όσα συμβαίνουν γύρω.
Μνήμη και Γήρας
Ως βιολογικό φαινόμενο, η μνήμη υφίσταται την επίπτωση του γήρατος.
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος φθάνει στο μέγιστο μέγεθός του κατά την πρώιμη ενήλικη ζωή και μικραίνει προοδευτικά έκτοτε. Αυτή η προοδευτική ελάττωση του μεγέθους, πιθανώς αντανακλά την απώλεια νευρωνικών κυκλωμάτων του μυαλού που γερνά και εξηγεί την έκπτωση της μνημονικής λειτουργίας στους ηλικιωμένους.
Στο γήρας υπάρχει κυρίως καθυστέρηση στην επεξεργασία των πληροφοριών. Συνυπάρχει δυσχέρεια ανάκλησης κυρίων ονομάτων. Στους ηλικιωμένους, θα έλεγε κανείς, πάσχει το στηρικτικό πλαίσιο της μνημονικής “συσκευής”, οι ταχύτητες επεξεργασίας είναι μικρότερες, οι διασυνδέσεις περιορισμένες, η κινητοποίηση της μνήμης αργή και δύσκολη. Ό,τι χάνεται πάντως σε εύρος κερδίζεται σε βάθος και στοχαστικότητα.
Στις περιπτώσεις όπου η έκπτωση της μνήμης είναι μεγαλύτερη από την αναμενόμενη για την ηλικία και δημιουργεί προβλήματα στην καθημερινή λειτουργικότητα του ατόμου, τότε είναι πιθανόν να πρόκειται για νόσο που πρέπει να αντιμετωπιστεί.
Οι ειδικοί μπορούν να αξιολογήσουν τις υποκειμενικές αιτιάσεις των ανθρώπων που ξεχνούν και να εκτιμήσουν αντικειμενικά τη μνήμη τους με ειδικές δοκιμασίες (τεστ). Επίσης, είναι αρμόδιοι να διακρίνουν μία αρχόμενη άνοια (π.χ. Αλτσχάϊμερ) ή παθολογικές καταστάσεις που δευτερογενώς επηρεάζουν και τη μνήμη, όπως λόγου χάρη σοβαρά σωματικά και ψυχικά νοσήματα.
Λήθη
Φυσιολογικά, οι αναμνήσεις εξασθενούν και με το πέρασμα του χρόνου αρκετές από αυτές χάνονται.
Η διαδικασία αυτή είναι αναπόσπαστο τμήμα της υγιούς φυσιολογικής μνήμης. Η μνήμη μας, για την αυτοπροστασία της διαθέτει μηχανισμούς επιλογής, χωρίς τους οποίους θα υπερφορτωνόταν με άχρηστες πληροφορίες και θα αδυνατούσε από κάποιο σημείο και μετά να αποθηκεύσει νέες.
Οι ψυχολόγοι υποστηρίζουν ότι ξεχνούμε πράγματα που δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία, που κρίνουμε ή αισθανόμαστε ασήμαντα.
Η ικανότητά μας να ξεχνάμε ασήμαντες γνώσεις είναι το ίδιο σημαντική με την ικανότητα να θυμόμαστε σημαντικές πληροφορίες.
Ο αριθμός των ανοϊκών ασθενών αυξάνεται με γρήγορους ρυθμούς, αλλά τόσο οι κοινωνίες όσο και οι οικογένειες δεν είναι έτοιμες να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες αυτού του γεγονότος. Ο όρος «φορτίο φροντιστών» έχει επικρατήσει διεθνώς και αφορά στην επιβάρυνση -σωματική, συναισθηματική ή οικονομική- που επωμίζονται οι φροντιστές ενός ατόμου που πάσχει από χρόνιο νόσημα, το οποίο προκαλεί αναπηρία. Το ψυχολογικό, πρακτικό και οικονομικό φορτίο των φροντιστών των ανοϊκών ασθενών είναι βαρύ και πολύπλευρο.
Η πολιτεία οφείλει να βοηθήσει με τη δημιουργία δομών και υπηρεσιών για ανοϊκούς ασθενείς. Στη νόσο Αλτσχάιμερ μαζί με τον ασθενή πάσχει όλη η οικογένεια. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οι ανοϊκοί ασθενείς φροντίζονται στο σπίτι από τα μέλη των οικογενειών τους (συζύγους, παιδιά, αδέλφια). Στην Ελλάδα η οικογένεια διατηρεί την ευθύνη της φροντίδας των ασθενών ακόμη και όταν υπάρχουν επαγγελματίες βοηθοί ή οι ασθενείς νοσηλεύονται σε ιδρύματα.
Οι αυξημένες απαιτήσεις φροντίδας των ανοϊκών ασθενών, επιδρούν στην υγεία των φροντιστών, επηρεάζουν τη συμμετοχή τους σε κοινωνικές & επαγγελματικές δραστηριότητες, περιορίζουν τον ελεύθερο χρόνο τους, κλονίζουν την κοινωνική τους θέση και απειλούν την οικονομική τους ασφάλεια.
Η επιβάρυνση από τη φροντίδα του ανοϊκού ατόμου μπορεί να είναι ψυχική, σωματική και οικονομική. Η ψυχική είναι σαφώς η σημαντικότερη και πιο εξατομικευμένη. Πρακτικά διαπιστώθηκε ότι οι φροντιστές των πασχόντων εμφανίζουν υψηλές βαθμολογίες σε κλίμακες άγχους-κατάθλιψης, κάνουν αυξημένη χρήση ψυχοτρόπων, ενώ διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο νόσησης από κατάθλιψη. Αναφορικά με τη σωματική τους υγεία, έχει βρεθεί ότι οι φροντιστές ασθενών με άνοια εμφανίζουν αυξημένη συχνότητα χρόνιων παθήσεων (υπέρταση, αρθρίτιδες, παθήσεις του ανοσοποιητικού συστήματος) και εισαγωγής στο νοσοκομείο. Επιπλέον κάνουν εντυπωσιακά μεγαλύτερη χρήση συνταγογραφούμενων φαρμάκων.
Σε επίπεδο κοινωνικών σχέσεων, η θέση των φροντιστών επιβαρύνεται επίσης. Φιλίες και κοινωνικοί δεσμοί χαλαρώνουν, περιορίζονται οι ευκαιρίες ψυχαγωγίας εξαιτίας κυρίως του δραστικού περιορισμού του ελεύθερου χρόνου τους. Τέλος, σε ό,τι αφορά στην οικονομική διάσταση, τα βάρη είναι εμφανώς μεγάλα. Ιδιαίτερα όταν δεν υπάρχουν επαρκείς εξειδικευμένες δομές και υπηρεσίες πρόνοιας και περίθαλψης όπως συμβαίνει στη χώρα μας. Οι φροντιστές υποχρεώνονται να συμμετέχουν στις δαπάνες για φαρμακευτική, ιατρική και νοσοκομειακή περίθαλψη των ευαίσθητων ανοϊκών ασθενών.
Οι οργανώσεις Αλτσχάιμερ παίζουν σημαντικό ρόλο στη συνολική διαχείριση των ανοϊκών συνδρόμων, προσφέροντας μη φαρμακευτικές θεραπείες στους ασθενείς και εκπαίδευση και υποστήριξη στους φροντιστές.
Τα τελευταία χρόνια έχουν αναπτυχθεί και χρησιμοποιούνται πολλές μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις για ασθενείς με άνοια που στοχεύουν στην ενδυνάμωση των νοητικών λειτουργιών και στην αντιμετώπιση των συμπεριφορικών διαταραχών. Οι παρεμβάσεις αυτές συνδυαζόμενες με τη φαρμακευτική θεραπεία βοηθούν τον ασθενή να παραμείνει λειτουργικός και να διατηρήσει ικανοποιητική ποιότητα ζωής για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Πρόκειται για δομημένα προγράμματα, τα οποία πραγματοποιούνται με την εποπτεία και την καθοδήγηση ειδικά εκπαιδευμένων επαγγελματιών υγείας στα Κέντρα Ημέρας και σε μονάδες μακροχρόνιας παραμονής για ασθενείς με άνοια. Προσαρμόζονται στο νοητικό επίπεδο των ασθενών, έχουν συγκεκριμένους στόχους και περιλαμβάνουν πλήθος δραστηριοτήτων.
Οι βασικότερες μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις, για την ενίσχυση των νοητικών λειτουργιών των ατόμων με άνοια, η αποτελεσματικότητα των οποίων έχει τεκμηριωθεί με επιστημονικές μελέτες, είναι οι εξής:
- Νοητική ενδυνάμωση – ασκήσεις μνήμης
- Εργοθεραπεία – δημιουργική απασχόληση
- Λογοθεραπεία
- Θεραπείες Τέχνης
- Γυμναστική
Οι ασκήσεις νοητικής ενδυνάμωσης αφορούν στην ενδυνάμωση της μνήμης, της προσοχής, της γλωσσικής ικανότητας, των εκτελεστικών λειτουργιών και της λογικής σκέψης. Γίνονται είτε με μολύβι και χαρτί είτε μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή. Τα τελευταία χρόνια, η νοητική ενδυνάμωση με τη βοήθεια υπολογιστή εφαρμόζεται και στην Ελλάδα.
Οι μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις δεν έρχονται να αντικαταστήσουν την υπάρχουσα φαρμακευτική θεραπεία. Στόχος τους είναι η ενίσχυση της δράσης των φαρμάκων, βελτιώνοντας το θεραπευτικό αποτέλεσμα. Οι παρεμβάσεις αυτές μπορούν να επιδράσουν θετικά και στη λειτουργικότητα και στην ποιότητα ζωής του ατόμου. Καθώς η νόσος εξελίσσεται και η νοητική έκπτωση επιδεινώνεται, αυτό που κρίνεται σημαντικό είναι η διατήρηση της αυτονομίας και της λειτουργικότητάς του σε σχέση με τις καθημερινές του δραστηριότητες.
Επιπλέον, όλες οι μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις που αναφέραμε παραπάνω μειώνουν την συχνότητα εμφάνισης των συμπεριφορικών και ψυχολογικών προβλημάτων που παρουσιάζουν οι ασθενείς με άνοια. Τα πλεονεκτήματα των μη φαρμακευτικών παρεμβάσεων στην άνοια είναι:
- Δεν έχουν ανεπιθύμητες ενέργειες, σε αντίθεση με τα φάρμακα
- Είναι ευέλικτες και προσαρμόζονται απόλυτα στις ανάγκες του κάθε ασθενούς
Ο ασθενής συμμετέχει ενεργά στην αντιμετώπιση της νόσου του, δραστηριοποιείται και δεν περιμένει παθητικά τα αποτελέσματα της φαρμακευτικής θεραπείας
Η διάγνωση της άνοιας, συνήθως, τίθεται στο χρονικό σημείο που ο ασθενής εμφανίζει έκπτωση της καθημερινής λειτουργικότητας και αδυναμία να επιτελέσει συνηθισμένες μέχρι τότε δραστηριότητες. Ριζική θεραπεία της νόσου Αλτσχάιμερ και των άλλων μορφών άνοιας δεν υπάρχει, ενώ οι υπάρχουσες φαρμακευτικές θεραπείες ελέγχουν εν μέρει τα συμπτώματα, όμως η νευροεκφυλιστική διεργασία στον εγκέφαλο των ασθενών δεν ανακόπτεται και ύπουλα εξακολουθεί τη φυσική εξέλιξή της.
Οι υπάρχουσες φαρμακευτικές θεραπείες είναι οι κεντρικοί αναστολείς χολινεστεράσης και η Μεμαντίνη. Ειδικότερα οι αναστολείς χολινεστεράσης (Δονεπεζίλη, Ριβαστιγμίνη, Γκαλανταμίνη) χρησιμοποιούνται ευρύτατα στην καθημερινή κλινική πράξη από ετών για τη θεραπεία της νόσου Αλτσχάιμερ αλλά και άλλων μορφών άνοιας (αγγειακή άνοια, άνοια με σωμάτια Lewy, άνοια νόσου Parkinson κ.ά.). Αποτελούν θεραπείες με επίσημη ένδειξη την ήπια ως μέτρια νόσο Αλτσχάιμερ και επιτρέπουν στους ασθενείς να παραμείνουν λειτουργικοί για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, να διατηρούν κοινωνικές δεξιότητες και να απολαμβάνουν καλή ποιότητα ζωής μαζί με την οικογένειά τους. Οι αναστολείς χολινεστεράσης παρουσιάζουν μέτρια αποτελεσματικότητα, ιδίως εάν χορηγηθούν στα αρχικά στάδια.
Οι φαρμακευτικές θεραπείες έχουν καλύτερα αποτελέσματα, όταν συνδυάζονται με μη φααρμακευτικές θεραπείες – προγράμματα νοητικής ενδυνάμωσης (θεραπεία δι’ αναμνήσεων, προσανατολισμός στην πραγματικότητα, ασκήσεις μνήμης και προσοχής), καθώς η πλαστικότητα του εγκεφάλου διατηρείται μέχρι τα τελικά στάδια της άνοιας.
Η νόσος Αλτσχάιμερ έχει πολύπλοκη αιτιολογία. Αυτό σημαίνει ότι διάφοροι παράγοντες, γενετικοί και περιβαλλοντικοί συμβάλλουν στην εμφάνισή της.
Η κληρονομική μονογονιδιακή μορφή της νόσου Αλτσχάιμερ, σε αντίθεση με την ευρέως διαδεδομένη αντίληψη, είναι αρκετά σπάνια. Αφορά σε λιγότερο από 5% του συνόλου των πασχόντων και εμφανίζεται συνήθως σε νεώτερες ηλικίες. Έχουν αναγνωρισθεί τρία παθογενετικά γονίδια, αυτά της πρόδρομης πρωτεΐνης του αμυλοειδούς (APP), της πρεσενιλίνης 1 (PS1) και της πρεσενιλίνης 2 (PS2), μεταλλάξεις των οποίων προκαλούν τη νόσο. Τα γονίδια αυτά κληρονομούνται με αυτοσωμικό επικρατή τρόπο, το οποίο σημαίνει ότι ένα παθολογικό γονίδιο από τον ένα γονέα είναι αρκετό για να προκαλέσει την εμφάνιση της νόσου.
Η λεγόμενη σποραδική μορφή αφορά στο 95% των περιπτώσεων και εμφανίζεται σε ηλικίες άνω των 65 ετών. Οι προδιαθεσικοί παράγοντες είναι η ηλικία, οι λεγόμενοι αγγειακοί παράγοντες κινδύνου και συνιστώσες σχετιζόμενες με τον τρόπο ζωής. Και σε αυτή τη μορφή εμπλέκονται γονίδια, τα οποία αυξάνουν, άλλοτε σε άλλο ποσοστό, τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου Αλτσχάιμερ. Γνωρίζοντας ότι φέρουμε ένα τέτοιο γονίδιο, καλούμαστε να τροποποιήσουμε συνολικά τον τρόπο ζωής μας, να ελέγχουμε τους αγγειακούς παράγοντες κινδύνου και τις ψυχικές καταπονήσεις, να τρεφόμαστε υγιεινά, να ασκούμαστε τακτικά και να διατηρούμε το μυαλό μας σε εγρήγορση. Με αυτόν τον τρόπο, μειώνουμε τις πιθανότητες εκδήλωσης της νόσου.
Πρόσφατες μελέτες έχουν ταυτοποιήσει πολυμορφισμούς σε 4 γονίδια που σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο για τη νόσο Αλτσχάιμερ: το γονίδιο της απολιποπρωτεϊνης Ε (ApoE), το γονίδιο της κλαστερίνης (CLU), το PICALM και το CR1. Παράλληλα η έρευνα συνεχίζεται.
Αν και δεν υπάρχει θεραπεία, οι επιστήμονες πιστεύουν ότι υπάρχουν τρόποι να περιοριστεί η προδιάθεση για νόσο Αλτσχάιμερ με τη συνεχή εξάσκηση των νοητικών λειτουργιών και την αύξηση των διανοητικών αποθεμάτων, μια διαδικασία που διαρκεί όλη μας τη ζωή.
Μπορώ να προλάβω τη νόσο Αλτσχάιμερ;
Η αλήθεια είναι ότι στις μέρες μας έχουν αυξηθεί σημαντικά οι γνώσεις μας για τους προδιαθεσικούς παράγοντες της νόσου Αλτσχάιμερ, γεγονός που μας επιτρέπει σε σημαντικό βαθμό την πρόληψή της.
Οι σημαντικότεροι παράγοντες κινδύνου που έχουν διαπιστωθεί για τη νόσο Αλτσχάιμερ είναι η γενετική προδιάθεση και η αύξηση της ηλικίας, παράγοντες μη τροποποιήσιμοι.
Ωστόσο, υπάρχουν και τροποποιήσιμοι παράγοντες όπως είναι οι καρδιαγγειακοί παράγοντες, το κάπνισμα, οι κακώσεις της κεφαλής, η κατάθλιψη, διάφορα φάρμακα (οιστρογόνα, αντιυπερτασικά, αντιλιπιδαιμικά, αντιφλεγμονώδη κ.ά.), οι παράγοντες που επηρεάζουν τα νοητικά αποθέματα (IQ, εκπαίδευση, επάγγελμα, πνευματικές, κοινωνικές δραστηριότητες, φυσική άσκηση κ.ά.) και οι διατροφικοί παράγοντες.
Οι καρδιαγγειακοί παράγοντες είναι σαφές ότι προδιαθέτουν για αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια και αγγειακή άνοια. Πρόσφατες μελέτες μας παρέχουν ενδείξεις ότι διαβήτης, υπέρταση, δυσλιπιδαιμία, και παχυσαρκία στη μέση ηλικία πιθανώς να αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης νόσου Αλτσχάιμερ μερικές δεκαετίες αργότερα.
Οι εγκεφαλικές κακώσεις – σε οποιαδήποτε ηλικία- που έχουν ως αποτέλεσμα διάσειση και απώλεια συνείδησης για μεγάλο χρονικό διάστημα, φαίνεται να αυξάνουν την πιθανότητα για νόσο Αλτσχάιμερ.
Επίσης δεν είναι σαφές αν η κατάθλιψη πράγματι αυξάνει τον κίνδυνο για νόσο Αλτσχάιμερ ή απλώς αντιπροσωπεύει μια πρώιμη εκδήλωση της ίδιας της νόσου.
Άνθρωποι με μεγαλύτερα νοητικά αποθέματα πιθανώς μπορούν να αντισταθμίσουν τις βλάβες τύπου νόσου Αλτσχάιμερ στον εγκέφαλό τους, ώστε να εκδηλώνουν τη νόσο αργότερα ή και καθόλου. Πολλές μελέτες δείχνουν ότι άνθρωποι με υψηλότερο IQ, περισσότερα χρόνια εκπαίδευσης, περισσότερο απαιτητικά επαγγέλματα και περισσότερες δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου (πνευματικές, κοινωνικές, σωματικές) έχουν μικρότερες πιθανότητες ανάπτυξης νόσου Αλτσχάιμερ.
Ο κύριος περιβαλλοντικός παράγοντας που έχει συσχετιστεί με τη νόσο Αλτσχάιμερ είναι η διατροφή. Μεγαλύτερη πρόσληψη βιταμινών C, Ε, Β6, Β12 και φυλλικού οξέος, φλαβονοειδών, ακόρεστων λιπαρών και μέτρια κατανάλωση αλκοόλ έχουν συσχετιστεί με μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης νόσου Αλτσχάιμερ. Νεότερα δεδομένα υποδηλώνουν ότι η Μεσογειακή Δίαιτα πιθανώς σχετίζεται και με μειωμένη πιθανότητα για νόσο Αλτσχάιμερ.
Μεγάλες μελέτες με αντικείμενο την πρόληψη και τη θεραπεία της νόσου Αλτσχάιμερ βρίσκονται σε εξέλιξη και ελπίζουμε ότι σύντομα θα έχουμε ριζικές θεραπείες και αποτελεσματικές στρατηγικές πρόληψης της νόσου Αλτσχάιμερ, της επιδημίας του 21ου αιώνα.
Δρ Παρασκευή Σακκά
Νευρολόγος – Ψυχίατρος